Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020

Μια πρώτη γνωριμία με το κίνημα των Λουδιτών

 


Απόσπασμα από το βιβλίο :

" Εξέγερση ενάντια στο μέλλον"

-Με τσεκούρι, δόρυ και τουφέκι. 


Ήταν περίπου μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα µιας Κυριακής του Απριλίου 1812, όταν n οµάδα των έξι ανδρών από το Γιόρκσαϊρ κατηφόρισαν τελικά το οργωµένο µονοπάτι που οδηγούσε σε ένα µέρος µε την ονομασία Ρόφολντς Μιλ -ένα απειλητικό πολυώροφο κτίριο προφυλαγμένο από µαντρότοιχο µε πύλη,που στέγαζε τις μισητές πλεκτικές μηχανές του µισητού εργοστασιάρχη Ουίλιαµ Κάρτραίτ. Οργανωµένοι φαινομενικά ως ταξιαρχία, αν και κάπως ταλαιπωρηµένοι µετά την πολύωρn πορεία τους µέσα στο σκοτάδι εκείνη την ήσυχη ,παγωµένη βραδιά, φορώντας µαντήλια και µε τα πρόσωπά τους µαυρισµένα µε κάρβουνο, στάθηκαν για λίγο ώστε να προετοιµαστούν για την επίθεσή τους: στο µπροστινό μέρος, πολλές σειρές από άνδρες οπλισµένους με υποτυπώδη τουφέκια και πιστόλια, πίσω από αυτούς άλλες γραµµές µε τσεκούρια και τα τεράστια σφυριά «"ΙνοΧ» που Χρησιµοποιούσαν οι σιδεράδες και, στο πίσω µέρος, πλήθος ανδρών που κρατούσαν διαφορετικά όπλα -µατσόλες, δόρατα, ρόπαλα, πέτρες το είδος, δηλαδή , των όπλων που θα µπορούσαν να βρεθούν σε ένα αγγλικό Χωριό.

«Λοιπόν, άνδρες, αδειάστε τον δρόµο!»

Η διαταγή δόθηκε από τον εικοσιτετράχρονο Τζορτζ Μέλορ, φινιριστή µαλλιού η «κουρευτή» στη διάλεκτο του Γιόρκσαϊρ έναν ψηλό, γεροδεµένο άνδρα µε κοντό καστανό µούσι που δούλευε στο µαγαζί του Τζον Γουντς στο Χάντερσφιλντ, περίπου πέντε µίλια μακριά. Οι κουρευτές σε εκείνη την περιοχή, που τότε πιθανώς ανέρχονταν σε πέντε Χιλιάδες, ήταν περήφανοι και ανεξάρτητοι άνθρωποι έβγαζαν καλύτερο µεροκάµατο από τον µέσο όρο αλλά τη συγκεκριµένη περίοδο πλήττονταν από την τρομερή ύφεση στον κλάδο τους -µε τους µισούς από αυτούς να έχουν χάσει τη δουλειά τους και από τον πληθωρισµό εν καιρώ πολέµου που έκανε τις τιµές των τροφίµων απλησίαστες. Γνώριζαν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον την σημασία του εργοστασίου επεξεργασίας μαλλιού Κάρτραϊτ που Ηταν ο στόχος τους εκείνη την νύχτα: πίσω από την πύλη ,πίσω από τους ασβεστωμένους πέτρινους τοίχους του εργοστασίσυ που έλαμπαν στο φως του μισοσοφέγγαρου, υπήρχαν πένηντα φινιριστικές µηχανές που λειτουργούσαν αβίαστα μέσω παροχής υδροηλεκτρικής ενέργειας από το παρακείµενο ρέµα ,κάθε µία από αυτές μπορούσε να βγάλει τη δουλειά τέσσάρων n πέντε κουρευτών και όλες µαζί μπορούσαν να αφήσουν Χωρίς δουλειά πολλές εκατοντάδες Μέλορ για πάντα. Κι εκτός αυτού, στο δυτικό τµήµα του Γιόρκσαϊρ υπήρχαν διάσπαρτα τουλάχιστον έξι αντίστοιχα εργοστάσια επεξεργασίας µαλλιού και µερικά από αυτά Χρησιµοποιούσαν για παραγωγή ενέργειας ακόµη και τις νέες ατµοµηχανές Βατ, ενώ ήδη πάνω από Χίλιες φινιριστικές µηχανές λειτουργούσαν ανά την Αγγλία, από τότε που n κυβέρνηση ήρε τους σκέτικούς περιορισμούς,τρία Χρόνια πριν. Επιπλέον, πισω από την πύλη στο μικρό λογιστήριο στο πι΄σω μέρος του εργοστασίου, βρισκόταν ο απεχθείς ΄ κύριος Κάρτραϊτ, ένας κάπως απόµακρος άνδρας γύρω στα τριάντα µε σκούρα µάτια και Χλωµό πρόσωπο, ένας ξένος στην κομητεία που , συν τοις άλλοις, απείχε πλήρως από την κατανάλωση αλκοόλ «περισσότερο ξένος μήτε Άγγλος», όπως έλεγαν από δω κι από κει ενώ ήταν γνωστό ότι ήταν τόσο αποφασισµένος να υπερασπισθεί ΄ τις νέες φινιριστικές µηχανές του ώστε κάθε βράδυ, τις τελευταίες έξι εβδοµάδες, κοιµόταν µέσα στο εργοστάσιο.
Όµως οι κουρευτές δεν ήταν οι µόνοι που αντιλαμβάνονταν το Ρόφολντς Μιλ ως απειλή: µέσα σε αυτό το οργισµένο πλήθος υπήρχαν και υφαντές µαλλιού, λαναράδες και σιδηρουργοι΄, που φοβούνταν Όχι µόνο ότι n μηχανή και το εργοστάσιο θα έκτόπιζαν τους ίδιους ,-γύρω στα τριακόσια εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας είχαν ξεφυτρώσει στο Γιόρκσαϊρ μόνο τα τελευταία είκοσι Χρόνια, εξαλείφοντας τη Χειρωνακτική εργασία από πολλούς κλάδους και ποιος ξέρει πόσα ακόµα θα εµφανίζονταν στο µέλλον,αλλά και ότι ενδεχομένως θα εκτόπιζαν την παραδοσιακή κουλτούρα της κατοίκον εργασίας µε την οποία ήταν έξοικειωµένοι εδώ και τόσον καιρό. Αυτό που ορθωνόταν απειλητικά µπροστά τους δεν ήταν απλώς το εργοστάσιο, αλλά ένα ολόκληρο εργοστασιακό σύστηµα που εκείνη την εποχή έπαιρνε μορφή και στις δύο πλέυρές των Πενίνων, µε πολλές ώρες δουλειάς, αδιάκοπη εργασία και σκληρή επιτήρηση ,που υποβίβαζε µάστορες µέ αυτοσεβασµό και μακρά παράδοση αυτονοµίας και κύρους σε σκλάβους εξαρτηµένους από τον µισθό. Στην πραγµατικότητα αυτό που ορθωνόταν απειλητικά µπροστά τους ήταν ένας κόσµος στον οποίο n μηχανή φαινόταν να είναι ο βασικός φορέας αλλαγής, ανατρέποντας τον τρόπο ζωής και εργασίας που θεωρούνταν συνήθης και σωστός, σβήνοντας παλιούς οικογενειακούς και έµπορικούς δεσµούς, φαλκιδέυοντας τις προαιώνιες αρχές του τίµιου µεροκάματου, των ποιοτικών αγαθών και των λογικών τιµών και αντικαθιστώντας όλα αυτά µε σχέσεις που δομούνταν πάνω στην εξουσία και το κεφάλαιο, αλλά και µε μια ηθική που, όπως αποδείχτηκε στην πορεία, υπαγορέυοταν από έναν στόχο υψηλότερο όλων: το κέρδος.

Στο άκουσµα της διαταγής του Μέλορ, οι άνδρες που ήταν οπλισμένοι µε τσεκούρια και σφυριά βγήκαν από τον σχηματισμό , δρασκέλισαν την απόσταση µέχρι την ξύλινη εξωτερική πύλη και ρίχτηκαν στην δουλειά. Μέσα σε λίγα λέπτά n µπάρα ασφαλείας είχε σπαστεί , οι σύρτες είχαν λασκάρει και n τεράστια πόρτα υποχώρησε «µε τρομερό πάταγο», όπως έγραψε ένας ντόπιος χρονικογράφος , «σαν να σωριάζονταν στο έδαφος µέγάλα δέντρα». Οι άνδρες, γεµάτοι ενθουσιασμό , ξεχύθηκαν µέσα στο άνοιγµα.
Για πολλούς από αυτούς ήταν n πρώτη τους πολυαναμενόμενη δράση στο πλαίσιο του νέου κινήµατος ενάντια στις επιβλαβείς μηχανές ένα κίνημα που είχε ονοματοδοθεί λίγους μήνες πριν από υφαντές που έσπαγαν μηχανές κάτω στο Νότιγχαµσαίρ και αυτοαποκαλούνταν «Λουδίτες» και οι οποίοι εξέδιδαν τα ανακοινωθέντα τους µε την υπογραφή ένός µυθικού, πάσης χρήσεως αρχηγού , του «Στρατηγού Νεντ Λουντ».Όµως όλοι τους γνώριζαν τα πρόσφατα επιτεύγματα άλλων οµάδων Λουδιτών εργατών της περιοχής ένάντια στα μισητά εργοστάσια: καταδροµικές οµάδες είχαν επιτεθεί στα τέλη Μαρτίου σε δύο εργοστάσια κοντά στο Λιντς, µόνο δεκαέξι Χιλιόµετρα µακριά και πριν από δύο µέρες ένα πλήθος τριακοσίων η και πέρισσοτέρων ανδρών είχαν καταστρέψει ένα εργοστάσιο επεξέργασίας µαλλιού κοντά στο Γουέικφιλντ, λίγα µόλις Χιλιόµετρα προς τα ανατολικά. Δικαιολογηµένα, λοιπόν, ένιωθαν αυτήν την ιδιαίτερη αυτοπεποίθηση που πηγάζει από την συντροφικότητα, όπως περιγράφεται στο τραγούδι που έλεγαν τις προάλλες στο Πανδοχείο του Σίαρ:

Νύχτα τη νύχτα μέσα στη γαλήνη
Πίσω από το λόφο να κρύβεται η σελήνη
Πορεία μπροστά,το θέλημα μας για να γίνει
Με τσεκούρι,δόρυ και τουφέκι!
Ω, οι κουρευτές ,τα παλικάρια μου
Τα γενναία παλικάρια μου
Με τσεκουριά ρωμαλέα και δυνατή
Τη μηχανή τη σπάσανε τη φινιριστική
Οι κουρευτές, τα παλικάρια μου.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΘΝΟΟΙΚΟΤΟΠΙΚΑ, Βασίλης Νιτσιάκος

 [...] Κατά κανόνα, οι βοσκότοποι περιελάμβαναν εκτάσεις, μεγάλες ή μικρές, οι οποίες κι αυτές είχαν τα δικά τους στοιχεία για τη διατροφή τ...