Ή ελληική λογοτεχνία, όπως καί ή παγκόσμια, παρουσιάζει ποικιλία δυνάμεων. Έχει τίς αναμφισβήτητες ιδιοφυΐες της, έχει τούς εκλεκτούς της, τούς μέτριους, τούς ανεκτούς καί τούς επικίνδυνους της. Ή ελληνική, όμως, λογοτεχνία έχει κάτι ακόμη: τόν «Αγιο της. Είναι ό Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ό κύρ Αλέξανδρος, ό ύμνητής της Σκιάθου καί τού λαού της.
Ό Παπαδιαμάντης υπήρξε ό πιό απλός, ό πιό ταπεινός συγγραφέας που έβγαλε ό τόπος μας. Ό συγγραφέας πού περιφρόνησε ό,τι ήταν έξω από τόν δικό του κόσμο, τούς ανθρώπους του.
Δέν αγαπούσε τόν θόρυβο. Ζούσε τραβηγμένος στόν δικό του ρεμβασμό, τήν στιγμή ακριβώς πού μπορούσε νά έχη τά πάντα. Δέν αγαπούσε νά πηγαίνη σέ «άμαρτωλών λημέρια». «Εμεινε μακριά άπό τούς διεφθαρμένους καλαμαράδες καί τούς δημοσιογραφικούς κύκλους τής Αθήνας της εποχής του.
«Εξω άπό τόν κόσμο των ταπεινών, σχεδόν τίποτε άλλο δέν τόν συγκινούσε. Είναι ό ζωγράφος, ό ραψωδός τού λαού τής ελληνικής υπαίθρου, τής φτώχειας καί των καημών του. Όλη του ή αγάπη στράφηκε πρός τό νησί του τήν Σκιάθο, από τήν οποία τό έργο του αντλεί τήν λαμπρότητα του. Τά διηγήματα του καταγράφουν τίς παιδικές του αναμνήσεις στην Σκιάθο. Μας προσφέρει στιγμές καί εικόνες μιας ζωής αληθινής, κουρασμένης, μελαγχολικής, φτωχής. Τής ζωής τής ελληνικής υπαίθρου. ‘Αλλά τά βράχια, τά έρημοκκλήσια του, οί λαγκαδιές καί τ’ ακρογιάλια του είναι τοπία ειδυλλιακά γεμάτα ποίηση.
Ή ποίηση τού Παπαδιαμάντη, πού σήμερα διαβάζοντάς της μας φέρνει σ’ άλλους κόσμους, άλλοίμονο, χαμένους!
Ξένος μελετητής τού έργου τού Παπαδιαμάντη έγραψε: «Φαντάζομαι πώς οί «Ελληνες πού αγαπούν τόν Παπαδιαμάντη παρ’ όλες τίς αδυναμίες του καί τήν αρχαϊκή του γλώσσα, τόν ευγνωμονούν πού τραγούδησε τόν ελληνισμό των πατέρων τους, έναν ελληνισμό πού κινδυνεύει καί πού κι’ έμεϊς οί ξένοι θά θέλαμε νά διατηρηθή…».
Ποιος είναι αυτός ό ελληνισμός του; Οί θρύλοι, οί δεισιδαιμονίες, τα ήθη καί έθιμα, ή λαογραφική παράδοση τού λαού μας. Είναι ή αντίσταση του σέ κάθε ξενική επίδραση, τήν οποία ειρωνεύεται καί πολεμά. Είναι ή Όρθοδοξία
Ό Παπαδιαμάντης δέν σκέφθηκε ποτέ νά κάνη λαογραφία. Ό «ίδιος λέει: «εις τά διηγημάτια, όσα έδημοσίευσε κατά καιρούς ό υποφαινόμενος τά Χριστούγεννα ή τό Πάσχα, ένεπνεύσθην αληθώς άπό τάς αναμνήσεις μου καί τά αισθήματα μου, τά όποία θέλγουσι καί συγκινούσιν έμέ αυτόν»
Αγαπάει, σέβεται τά ελληνικά έθιμα, πιστεύει στην αξία κάθε πατροπαράδοτου καί λαϊκού. «Πρέπει, γράφει κάπου, ή ανωτέρα τάξις νά γίνη προστάτις των Πατρίων καί νά μην περιφρονή αναφανδόν ό,τι Ελληνικόν. Είναι τής εσχάτης εθνικής άφιλοημίας νά έχωμεν κειμήλια καί νά μή φροντίζωμεν νά τά διατηρήσωμεν».
«Ολα αυτά ξαφνιάζουν τούς ψευτοδιανοούμενους τής πρωτεύουσας. Τού επιτίθενται άπό τά πρώτα του βήματα.
Ό Παπαδιαμάντης τούς απαντά σαρκάζοντάς τους. Ό Παπαδιαμάντης εκτός άπό τά διακόσια περίπου διηγήματα του, έγραψε καί μερικά μυθιστορήματα. Ή ΜΕΤΑΝΑΣΤΙΣ είναι τό πρώτο του. Είναι τό μυθιστόρημα τής ελληνικής διασποράς. Σ’ αυτό δίνει τόν τύπο τής αληθινής Ελληνοπούλας, πού δέν επηρεάστηκε άπό τά ευρωπαϊκά ήθη, αλλά καί τούς ψευτοπολιτισμέ-νους μετανάστες πού έχασαν τόν Ελληνισμό τους στήν ξενιτιά.
ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ, ζωντανεύουν τήν Ενετοκρατία στό Αίγαϊο άπό τούς πραγματικά έμπορους τών Εθνών Γενοβέζους καί Βενετσιάνους. «Ολο τό έργο πάλλεται άπό βαθιά αίσθηση τής Ελληνικής ζωής. Στους Έμπορους τών Εθνών ό Παπαδιαμάντης μιλάει καί γιά τούς πολιτικούς τής Ελλάδος:
«Ή γενεαλογία τής πολιτικής είναι συνεχής καί γνησία κατά τούς προγόνους. Ή αργία έγέννησε τήν πενίαν. Ή πενία έτιχε τήν πεϊναν. Ή πείνα παρήγαγεν τήν όρεξιν. Ή όρεξις έγέννησε τήν αύθαιρεσίαν. Ή αυθαιρεσία έγέννησε τήν ληστείαν. Ή ληστεία έγέννησε τήν πολιτικήν. Ίδου ή αυθεντική καταγωγή τοΥ τέρατος τούτου. Τότε καί τώρα πάντοτε ή αυτή. Τότε διά τής βίας, τώρα διά τού δόλου καί διά τής βίας. Πάντοτε αμετάβλητοι οί σχοινοβάται ούτοι οί Αθίγγανοι, οί γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δέ ούτω τούς λεγόμενους πολιτικούς). Μαύροι χαλκεϊς κατασκευάζοντες δεσμά διά τούς λαούς έν τη βαθυζόφω σκοτία τοϋ αιωνίου εργαστηρίου των».
Τό μυθιστόρημα του ή ΓΥΦΤΟΠΟΥΛΑ αναφέρεται στά χρόνια τής «Αλωσης καί πυρήνας της είναι τό Βυζάντιο καί ή Μεγάλη Ιδέα. «Ηρωες τού έργου είναι ό Γεώργιος Γεμιστός ό Πλήθων, τού οποίου στόχος ήταν ή ανάσταση τής αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Ό Παπαδιαμάντης τάχθηκε υπέρ τής θεσπίσεως καί τού πολιτικού γάμου, τάχθηκε όμως κατά τής πλουτοκρατίας, γιατί γεννά τήν αδικία, τρέφει τήν κακουργία, είναι αντίχριστος!
Τελειώνοντας, άς γνωρίσουμε τήν γοητεία τού Λόγου τού Σκιαθίτη διηγηματογράφου, παραθέτοντας ένα κομμάτι άπό τό διήγημα του ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ:
«Τήν ανεγνώρισα πάραυτα είς τό φως τής σελήνης, τό μελιχρόν, τό περιαργυροΰν όλην τήν άπειρον όθόνην τοϋ γαληνιώντος πελάγους καί κάμνον νά χορεύουν φωσφορίζοντα τά κύμματα… Ήτο άπόλαυσις, όνειρον θαύμα. Εϊχεν άπομακρυνθή ώς πέντε όργυιάς άπό τό άντρον, καί έπλεε, κι έβλεπε τώρα πρός ανατολάς στρέφουσα τά νώτα πρός τό μέρος μου. Έβλεπα τήν άμαυράν καί όμως χρυσίζουσαν άμυδρώς κόμην της, τόν τράχηλόν της τόν έγραμμον, τάς λεύκας ώς γάλα ώμοπλάτας, τούς βραχίονας τούς τορνευτούς, όλα συγχεόμενα, μελιχρά καί ονειρώδη είς τό φέγγος τής σελήνης… ‘Εμάντευα τό στέρνον της, τούς κόλπους της, γλαφυρούς, προέχοντας, δεχόμενους όλας τας αύρας τάς ριπάς καί τής θαλάσσης τό θεΐόν άρωμα. Ήτον πνοή, ίνδαλμα άφάνταστον, όνειρον επιπλέον είς τό κύμα. Ήτο νηρηΐς, νύμφη, σειρήν, πλέουσα ώς πλέει ναύς μαγική, ή ναύς τών ονείρων».
Αρθρογράφος: Άννα Δημητρίου
Το παρόν άρθρο αποτελεί αναδημοσιεύση από το ιστολόγιο
"κοινοτισμός"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου