Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Απόσπασμα από το δοκίμιο: "Εθνισμός και κοινοτισμός"

 



 Η κοινότητα δεν είναι νεοελληνική εφεύρεση. Κατοίκησε μέσα στις πρωτεϊκές γηγενείς νοοτροπίες, φώλιασε μέσα στο χώρο της τραγωδίας και του ναού. Δίχως την ανάγνωση του Νίτσε και του Χάιντεγκερ είναι αδύνατη η ανάδυση της αλήθειας του ελληνικού κόσμου και της άμεσης συσχέτισης της δημιουργίας του πολιτικού ως κοινότητας με την αισθητική και το ιερό. Ο Χάιντεγκερ αποκάλυψε την σημασία του κόσμου ως κόσμου μη εξαντικειμενίσιμου. Ο ναός περισυλλέγει γύρω του τα στοιχεία εκείνα που ορίζουν τον άνθρωπο. Το ιερό, εντός του χώρου του, εγκαθίσταται μέσα στη γη και την μετατρέπει σε κατοικία του ανθρώπου. Η πρόσκληση κοντά στον ναό δίνει σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ την δυνατότητα στο λαό να "επανέλθει στον εαυτό του" να πραγματώσει τον προορισμό του. Η τοπική συγκέντρωση της ιερότητας εγκαθιδρύει το ξάνοιγμα του κόσμου. Η τραγωδία ως χώρος της τέχνης προσφέρει την δυνατότητα για την αισθητή δήλωση του ιερού. Ο Χάιντεγκερ κατά αυτόν τον τρόπο θεμελιώνει την κατοικία του ανθρώπου στο φως που ρίχνει ο ναός πάνω στον κόσμο. Υπό αυτή την οπτική έρχεται αβίαστα η θέση της τέχνης ως της στιγμής που αποκαλύπτεται ο κόσμος. Η φράση του Χάιντεγκερ "το έργο τέχνης επιτρέπει στη γη να είναι γη" σημειώνει τον ουσιαστικό φωτισμό του πραγματικού. Η αλήθεια είναι μη-κρυπτότητα, απομάκρυνση από τον χώρο του σπηλαίου και των σκιών, στάση προς την φωτεινότητα. Το ιερό στηρίζει τον κόσμο, η τέχνη θεμελιώνει την ύπαρξη της ζωής μέσα στον κόσμο. Η αρχαϊκή κοινότητα γεννιέται από την συμμετοχή των πρώτων Ελλήνων στην τραγωδία και στα μυστήρια. Η προσέλευση τους πυροδοτεί την πιο επίπονη αναζήτηση του εαυτού τους και του πεπρωμένου τους. Ο άνθρωπος διασώζει την ύπαρξη του, αφού την προσφέρει στην κοινότητα. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η παρουσία του στο θέατρο και στο ναό τον θέτει σε αναφορά με την ολότητα. Η τραγωδία συνοψίζει τις πρωτογενείς ψηλαφίσεις του ιερού. Εμπνέεται από τις διονυσιακές νυκτωδίες. Αποκαλύπτει την ετερότητα ως την μοίρα του κόσμου ,την διαμάχη και τον πόλεμο, το νείκος και την φιλότητα ως τα στοιχεία που κομίζουν την ιδρυτική σύσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η έδρα του τραγικού είναι η θεατρική κοιλότητα. Η προσχώρηση σε αυτήν σημαίνει την απομάκρυνση από τον κόσμο και την ενσωμάτωση του αρχαϊκού πολίτη σε μια ολότητα που υπάρχει με την θέαση των ιερών δρώμενων. Ο Tönnies* με την παρουσίαση της ετερογένειας της κοινότητας και της κοινωνίας υπέδειξε την διαφορά ανάμεσα στη κοινότητα και τον αστικό πολιτισμό. Οι παρατηρήσεις του παρότι αναφέρονται στον δυτικό χώρο, δεν στερούνται νοήματος για την ελληνική πραγματικότητα. Η εγκατάσταση της κοινωνίας αντικαθιστά τη συντροφικότητα με την ανταλλαγή και τον λογικό υπολογισμό. Ο Tönnies θεωρεί την κοινότητα ως έναν ζωντανό οργανισμό και την κοινωνία μια μηχανική δημιουργία . Η ζωή της κοινότητας θεμελιώνεται στην αμοιβαιότητα των σχέσεων, στην ζεστασιά που προσφέρει η άδολη και απρογραμμάτιστη συνάντηση των ανθρώπων. Η οικογένεια είναι το μικρότερο κύτταρο όπου όπου ανακαλούνται διάφανα τα ήθη του κοινοτισμού. Ο Tönnies προσθέτει την βαθιά και άμεση σχέση του ανθρώπου με το έδαφος και με τη γη. Ο μετέχων στην κοινότητα γήινος όπως ο αρχαϊκός πολίτης υπάρχει σε αναφορά με τη φύση. Ο Tönnies όμως δεν παραλείπει να αναφερθεί στην κυρίαρχη σημασία της τέχνης και της θρησκείας στην συγκρότηση της κοινότητας. Βεβαίως δεν διαθέτει την φιλοσοφική λεπτότητα άλλων στοχαστών, σημειώνει όμως ότι η διάχυση της κοινοτικής νοοτροπίας στις συντεχνίες οφείλεται στην καταλυτική επιρροή τελετών όπου το ιερό συναντάται με την αισθητική. Η απονέκρωση των κοινοτικών μορφών ζωής και πολιτειακής οργάνωσης εγκαθιστά τον έμπορο, τον κεφαλαιοκράτη, την νοοτροπία της συναλλαγής ως την νέα κυρίαρχη δύναμη. Η κοινωνία ως η διάρρηξη των σχέσεων ανάμεσα στην τέχνη ,το ιερό και την πολιτική, ως η ανάδυση ξεκκομένων ατομικοτήτων και τοποθέτηση της οικονομίας ως της αξίας που αφομοιώνει η πολτοποιεί κάθε άλλη, συνιστά την ολοκληρωτική εγκατάσταση του αστικού πολιτισμού. Ο κεφαλαιοκράτης επιβάλει το ύφος του σε όλη την κοινωνία. Δεν υπάρχουν πια κοινοί αξιακοί κώδικες ,ήθη και έθιμα, δεν είναι αποδεκτή καμία αναφορά στη γη, στους προγόνους. Κάθε τι είναι αναγώγιμο σε μια εγχρήματη αξιολόγηση, κάθε τι υπόκειται σε ένα λογικό ωφελισμό. Ο Tönnies σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του έργου του συνδέει την εργασία στην κοινότητα με την αισθητική. "Η κοινότητα, στην έκταση που μπορεί να το πράξει, μετασχηματίζει κάθε αποκρουστική εργασία σε ένα είδος τέχνης που της δίνει στυλ, αξιοπρέπεια και χάρη. Με την ανταμοιβή όμως σε χρήμα όπως και με την κατοχή τελειωμένων προϊόντων για πώληση,τείνει να αποτελεί την αντίστροφη της διεργασίας αυτής. " 《...》 Στην κοινοτική ζωή αντανακλά η φυσική θέληση, ενώ στην αστική διαχέεται η λογική θέληση. Η τοπική αυτοδιοίκηση στην αστική κοινωνία αντί να στηρίζεται στον λόγο της φύσης, μετακενώνει την πραγματικότητα της αστικής λογικής, την ενδοχώρα. Η κοινότητα είναι μια κολεκτίβα που δεν είναι κατάληξη κάποιων αδήριτων οικονομικών νομοτελειών άλλα το άμεσο αποτέλεσμα της συμμετοχής στην νοοτροπία της ολότητας ,της συνάντησης του ιερού και της αισθητικής, της θεμελίωσης της ύπαρξης σε αναφορά προς την γη. Η προβολή της σημασίας της κοινότητας από στοχαστές σαν τον Περικλή Γιαννόπουλο, τον Ίωνα Δραγούμη ,τον Δημοσθένη Δαναιλίδη ,τον Κωνσταντίνο Καραβίδα θέτει το στοχασμό σε άμεση αντίθεση με την αστική κοινωνία και με τα δέοντα που προβάλει ο δυτικός κόσμος. Η επανανακάλυψη της κοινότητας από αυτή την διανόηση θέτει τον ελληνισμό στην διαδικασία που ο Χάιντεγκερ ονόμασε ως "επανεύρεση εαυτού". Ο Περικλής Γιαννόπουλος εμφανίζει τον άνθρωπο ως εκβολή των δυνάμεων της γης. Η διαφάνεια και η φωτεινότητα του ελληνικού χώρου υποβάλει άμεσα και συνειρμικά τον χαρακτήρα και την διάσταση του ελληνικού τρόπου. Η άμεση ειλικρινής και απροϋπόθετη εμπειρία της υλικότητας, της κτίσης χαρίζει στον άνθρωπο την μετοχή στην αλήθεια. Οι κοινότητες ξεπροβάλλουν από την διαφάνεια και την καθαρότητα της ελληνικής γραμμής. Ο Γιαννόπουλος αξιολογεί αρνητικά την απομάκρυνση του ανθρώπου από την γη και την εξορία του στα πνιγερά όρια της πόλης γράφοντας" Τώρα με αυτήν την εικόνα βαθύτατα εντυπωμένη, την αίσθηση της τάξεως ευρυθμίας, αρμονίας αγαθότητας, τερπνότητας στρέψατε τα μάτια σας προς την πόλη. Θα εννοήσετε, θα δείτε αμέσως ότι ο κόσμος αυτός αισθητικώς δεν έχει καμία σχέση με την φύση, δεν είναι φυσικός, δεν είναι λογικός, είναι ξένος, βαρύς, ογκώδης, τερατώδης, εφιαλτικός, τυμπανοκρουστικός, κόσμος ταραγμένος από σεισμό." Σημειώνει επίσης, " Διότι καταντά αφάνταστο ότι εν μέσω τόσης αξιωματικός και δογματικός παγκοσμίου φλυαρίας περί ελληνισμού αγνοούνται αυτά τα θεμελιώδη πράγματα δικής λόγου χάρη η προμυθολογική ΚΟΙΝΟΤΗΣ, το Εθνικό αυτό κύτταρο, άνευ του οποίου Οδυσσισμοί, Αποικισμοί, Μακεδονισμοί, Ρωμαϊσμοί, Χριστιανισμοί, Φραγκισμοί, Τουρκισμοί είναι ακατανόητοι και εντελώς ανεξήγητη η ύπαρξη και η διάσωση ως φυλής έως τώρα αφάνταστο ότι αυτό το σημερινό Πανελλήνιο γεγονός, ότι το ένστικτο και φυσιολογικό αυτό κύτταρο ο ΘΕΜΕΛΙΏΔΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ, καθ'όλους ανεξαιρέτως τους αιώνας έως αυτή την στιγμή ,ακόμα και μέσα σε ολόκληρη αυτή την Συνταγματομουρλή Ελλάδα... ΑΓΝΟΕΊΤΑΙ" Ο Π. Γιαννόπουλος τονίζει την υπαρξιακή για τον ελληνισμό σημασία της κοινότητας εκκινώντας από αφετηρίες αισθητικές. Η κοινότητα σώζει την μυστική ,διαρκή και διάπυρη σχέση του ανθρώπου προς την γη . Η μετοχή στην κοινότητα διαυγή ενατένιση της αλήθειας του κόσμου. Ο άνθρωπος που βρίσκεται μέσα στην αγκαλιά της γης αφουγκράζεται την ηχώ του θεού. Η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και στην κοινότητα, αντανακλά την θεμελιακή αντίφαση ανάμεσα στην Δύση και την ετερότητα, ανάμεσα στην ομορφιά και την ασχήμια. Η ανάδυση της κοινότητας συνοψίζει αυτό που ο Π. Γιαννόπουλος ονόμασε ως " ηδονική επανάσταση του ωραίου κατά του άσχημου".《...》 *Ferdinand Tönnies, Community and civil society.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΘΝΟΟΙΚΟΤΟΠΙΚΑ, Βασίλης Νιτσιάκος

 [...] Κατά κανόνα, οι βοσκότοποι περιελάμβαναν εκτάσεις, μεγάλες ή μικρές, οι οποίες κι αυτές είχαν τα δικά τους στοιχεία για τη διατροφή τ...