Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2020

Το ελληνικό χωριό

 


Η εμπνοή του χωριού ήταν η κοινωνική μέθεξη, το συμμέτοχον στη βιωματική, που ήταν η βιολογία του τόπου, η ψυχική του αναπνοή. κάτι που συγκροτούσε το δημιουργικό νενίκηκα του ανθρώπου. Στα πλαίσια αυτής της θεώρησης συνίστατο τα ήθη και τα έθιμα του τόπου, που αποτελούσαν τελετουργίες της μνήμης κι ήταν το καταπίστευμα της ψυχής του λαού. Η Πρωτοχρονιά, η πρωτομαρτιά, η πρωταπριλιά, η πρωτομαγιά, οι ισημερίες, ήταν πρωτάτες μέρες, σημαδιακές. Οι γιορτές, οι ονομαστικές και οι επίσημες, πάντα γιορταζόμενες (ακόμα και στον πόλεμο, όπως μούλεε ο παππούς), αποτελούσαν τον Ιχώρ της κοινωνίας. Ο κλήδονας (το κάψιμο των στεφανιών της πρωτομαγιάς), οι Απόκριες, τα κάλαντα, τα χελιδονίσματα κ.ά., ήταν έθιμα βασικά του βίου των ανθρώπων του χωριού. Ήταν τελετουργίες πώφτιαχναν την εθιμοτυπία του τόπου, αφού στον καθένα είχαν το δικό τους τρόπο ή αποτελούσαν αποκλειστικά τοπικό έθιμο, που τον χαρακτήριζε και τον ταυτοποιούσε. Υπήρχε ευλάβεια στην τήρησή τους, λες και ιερή προσταγή επέβαλλε την πραγματοποίησή τους.

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Νίκος Καζαντζάκης: Ανάβαση στον Άθω

 


 Την άλλη μέρα, πριν ξημερώσει, κινούμε για την κορφή του Άθω. Δεν είχε ακόμα λαλήσει μέσα στο περιαύλι το σήμαντρο, τα πουλιά ακόμα δεν είχαν ξυπνήσει, κατακάθαρος, γαλαχτωμένος ο ουρανός, και λάμπει πέρα κατά την ανατολή σαν εξαφτέρουγο σεραφείμ ο Αυγερινός. Ο πάτερ Λουκάς, κοντός, ανοιχτογόνατος, παλιός κοντραμπαντζής, πάει μπροστά και μας δείχνει το δρόμο. Κάπου κάπου στέκουνταν και μας έπιανε κουβέντα για θάλασσες, για γλέντια, για καβγάδες με τους Τούρκους. Όλη η κοσμική ζωή του σαν παραμύθι μέσα του, σαν να 'γίνε σ' έναν άλλο κόσμο πιο άγριο και επικίνδυνο, γεμάτο φωνές και βλαστήμιες και γυναίκες. Το ' λέγε και το ξανάλεγε το παραμύθι του, το ξαναζούσε και χαίρουνταν. Όλα από την παλιά του ζωή τ' απαρνήθηκε, μα όλα τα πήρε μαζί του, τυλιγμένα στο ράσο του. Κάτω από ένα μεγάλο έλατο σταμάτησε· ήθελε κουβέντα.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

Η Διδασκαλία της Ενότητος

 



Η διδασκαλία της Ενότητος, δηλαδή η κατάφαση ότι η Αρχή κάθε υπάρξεως είναι ουσιαστικώς Μία, είναι ένα θεμελιώδες σημείο κοινό σε κάθε ορθόδοξη παράδοση»[1]. Αυτό γράφει ο Ρενέ Γκενόν, συμφώνως προς τον οποίον «κάθε αυθεντική παράδοση είναι ουσιαστικώς μονοθεϊστική· χρησιμοποιώντας μία πιο ακριβή γλώσσα, κάθε αυθεντική παράδοση δηλώνει πρώτα από όλα την ενότητα της Υπέρτατης Αρχής, από την οποία όλα απορρέουν και από την οποία όλα εξαρτώνται πλήρως. Αυτή η κατάφαση, ιδιαιτέρως στην έκφραση που προσλαμβάνει στις παραδόσεις που έχουν θρησκευτική μορφή, αποτελεί τον αληθή μονοθεϊσμό»[2].

 

 

Συμφώνως προς αυτήν την αντίληψη, μία αυθεντική παραδοσιακή ιδέα δεν μπορεί να είναι πολυθεϊστική, με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αποδέχεται μία πολλαπλότητα αρχών θεωρούμενων ως απολύτως ανεξαρτήτων. Στην πραγματικότητα ο Γκενόν γράφει ότι ο πολυθεϊσμός είναι «συνέπεια της μη κατανοήσεως κάποιων παραδοσιακών αληθειών, συγκεκριμένα αυτών που αφορούν τις θεϊκές όψεις ή χαρακτηριστικά»[3], λέει επίσης ότι «αυτή η μη κατανόηση είναι πάντοτε πιθανή στην περίπτωση απομονωμένων και περισσότερο ή λιγότερο αναρίθμητων ατόμων, αλλά η γενίκευσή της, αντιστοιχούσα σε μία κατάσταση ακραίου εκφυλισμού μίας εξαφανιζόμενης παραδοσιακής μορφής, υπήρξε βεβαίως σπανιότερη από ότι νομίζει κάποιος»[4].

 

Επομένως, αν η νομιμότητα μίας παραδοσιακής ιδέας καθορίζεται αυστηρώς από την συνέπειά της προς την διδασκαλία της Ενότητος, ποιος είναι ο βαθμός εγκυρότητος των αρχαίων Ευρωπαϊκών παραδοσιακών μορφών, που χαρακτηρίζονται γενικώς από μία πολλαπλότητα θεοτήτων;

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Τα παλιά επαγγέλματα και η σύγχρονη βιομηχανία, Rene Guenon

 


Ἡ ἀντίθεση ἀνάμεσα στά παλιά ἐπαγγέλματα καί τή σύγχρονη βιομηχανία, εἶναι κατά βάθος µία ἀκόμη εἰδική περίπτωση και συνάμα ἕνα πρακτικό παράδειγµα τῆς ἀντίθεσης μεταξύ τῆς ποιοτικῆς ἄποψης, πού ζωογονεῖ τά πρῶτα, καί τῆς ποσοτικῆς ἄποψης πού εἶναι ὁ κινητήριος μοχλός τὴς δεύτερης. Γιά νά τό καταλάβουμε αὐτό, εἶναι χρήσιμο νά σημειώσουμε κατ’ ἀρχάς ὅτι ἡ διάκριση ἀνάμεσα στίς τέχνες καί τά ἐπαγγέλματα, ἤ ἀνάμεσα στόν «καλλιτέχνη» καί τόν «τεχνίτη» , εἶναι φαινόμενο ἀποκλειστικά σύγχρονο, τό ὁποῖο προήλθε ἀπό τήν παρέκκλιση καί τόν ἐκφυλισμό πού ὁδήγησαν στήν ἀντικατάσταση, σέ ὅλους τούς τομεῖς, τῆς παραδοσιακῆς σύλληψης ἀπό τή βέβηλη. Γιά τούς ἀρχαίους, artifex (Σ.τ.Μ. «τεχνίτης», «δημιουργός») ἦταν ὁ ἄνθρωπος πού ἐξασκοῦσε µιά τέχνη ἤ ἕνα ἐπάγγελμα -μέ ἄλλα λόγια, δέν ἔκαναν διάκριση ἀνάμεσα στά δύο. ᾽Αλλά στήν πραγματικότητα ὁ artifex ἀπεῖχε πολύ ἀπό τό νά εἶναι «καλλιτέχνης» ἤ «τεχνίτης» μέ τή σηµερινή ἔννοια τῶν λέξεων (μάλιστα ἡ λέξη «τεχνίτης» ὅσο περνάει ὁ καιρός χρησιμοποιεῖται ὅλο καί πιό σπάνια)’ ἦταν κάτι παραπάνω καί ἀπό τόν ἕναν καί ἀπό τόν ἄλλον, γιατί, ἀρχικά τουλάχιστον, ἡ δραστηριότητά του ἐξαρτιόταν ἀπό ἀρχές πολύ βαθύτερης τάξης.

ΕΘΝΟΟΙΚΟΤΟΠΙΚΑ, Βασίλης Νιτσιάκος

 [...] Κατά κανόνα, οι βοσκότοποι περιελάμβαναν εκτάσεις, μεγάλες ή μικρές, οι οποίες κι αυτές είχαν τα δικά τους στοιχεία για τη διατροφή τ...