Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2021

"Το βιβλίο της φτώχειας και του θανάτου " Rainer Maria Rilke




"Το βιβλίο της φτώχειας και του θανάτου " 

Rainer  Maria Rilke
 

Οι φτωχοί είναι σιωπηλοί σαν πράγματα, κι αν έρμαια των δρόμων μια εστία τους υποδεχτεί παίρνουν μια θέση ταπεινά σαν πρόσωπα οικεία κι ανακατεύονται στις ακαθόριστες σκιές του σκηνικού, σβήνοντας στη λησμονιά σαν εργαλεία παρατημένα.
 Μοιάζουν με κείνους τους φύλακες αγαθών που δεν τα αντίκρισαν ποτέ με τα μάτια τους· περιπλανιούνται χαμένες σχεδίες πάνω από βάραθρα και σε σεντόνια ύφασμα απλωμένα στους κάμπους κείτονται ανυπεράσπιστοι, εκτεθειμένοι σ’ όλους τους ανέμους. Πάσχουν από εκείνη τη μοναδική και μεγάλη οδύνη την οποία ο άνθρωπος μετέτρεψε σε μικρομέριμνες· κι αποδέχονται την ύπαρξή τους με πολλή αγάπη, που θε να ‘χε τη γλύκα του χόρτου ή τη σκληράδα της πέτρας. 
 Και πηγαίνουν στο χώρο που αγκαλιάζει το βλέμμα σου όπως τα χέρια πάνω στις χορδές της άρπας. Σώσε τους μόνο από την αμαρτία των μεγάλων πόλεων όπου το μίσος κι η σύγχυση βαραίνουν πάνω τους.
 Οι μεγάλες πόλεις σκέφτονται μονάχα τον εαυτό τους και παρασέρνουν τα πάντα στην αδηφάγα τους βιάση· θραύουν τη ζωή των ζώων σαν ξύλο ξερό αναλώνουν λαούς ολόκληρους στη βάσανό τους. 
 Μὰ ἂν ὑπάρχει ακόμη μιὰ φωνὴ νὰ τοὺς υπερασπιστεί, κάνε νὰ ἠχήσει ψηλά, θεέ µου, καὶ ν᾿ ακουστεί 
 Ποῦ εἶναι, λοιπόν, ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἤξερε ν' ἀντλήσει τὴ δύναμή του ἀπὸ τὴ µεγάλη ἔνδεια πέρα ἀπ᾿ τὸν καιρὸ κι ἀπὸ κάθε κατοχή, ἐκεῖνος ποὺ θὰ τολμοῦσε νὰ ξεντυθεί στὴ δημόσια πλατεία καὶ νὰ προχωρήσει γυμνὸς ἀψηφώντας τὸν ἐπίσκοπο; Ποῦ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀγαποῦσε ἀπ᾿ ὅλους πιο πολύ, ὁ ξυπόλυτος ἀδελφὸς τῶν ζώων τοῦ ἀγροῦ ποὺ ἤξερε νὰ βλέπει τὴν αἰωνιότητα στὸ καθετί; 
 Δὲν ἦταν σὰν αὐτοὺς ποὺ παράλυτοι ἀπὸ τὴν κούραση , βλέπουν τὴν ἐλπίδα νὰ φεύγει ολοένα Μακριά τους. Διάβαινε τοὺς κάμπους μιλώντας στὰ λουλούδια ὅπως μιλᾶ κανεὶς σ᾿ αδέλφια. 
 Μιλούσε γιὰ τὸν ἴδιο καὶ γιὰ ὅτι εβλεπε για νὰ μπορεί ὁ καθένας νὰ µοιράζεται τῇ χαρά του Κι η φωτεινή καρδιά του διαχεόταν δίχως ὅρια Και τιποτα δὲν ἦταν ἀρκετὰ εὐτελὲς γιὰ τὴν ἀγάπη του. Ἐρχόταν ἀπὸ τὸ φῶς καὶ πήγανε σ᾿ ἕνα φῶς μεγαλύτερο
 ὅλο χαρὰ ἦταν τὸ κελί του.
 Ποῦ χάθηκε, τὸ πλάσμα τὸ φωτεινό, ὁ ακτινοβόλος τῆς ἀγάπης,
 Καὶ γιατί οι φτωχοί ποὺ δὲν ἔχουν παρὰ µόνο τὴν ἐλπίδα νὰ τοὺς οδηγεί δεν βλέπουν πιὰ τὸ φανό του πέρα µέσα στὴ νύχτα; 
 Είθε νὰ ὑψωνόταν μὲς στὸ λυκόφως τους ἐκεῖνος, ὁ εσπερινός ἀστέρας τῆς μεγάλης ἔνδειας. 

 《Δυὸ χιλιάδες χρόνα μετὰ Χριστὸν ἀντὶ νὰ φωτίσουν τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου καὶ νὰ τὸν φέρουν ἀντάμα στὴν ἀνάσταση (τοῦ ανθρώπου αὐτὴ τὴ φορά), ὄχι µόνο τὸ συσκότισαν καὶ τὸ παραµόρφωσαν, ἀλλὰ τὸ ξέντυσαν ἀπὸ κάθε μυστήριο, τὸ ἔθαψαν µέσα στὸν κουρνιαχτὸ τοῦ ἐπελάσαντος ὑλισμοῦ καὶ τῆς περιρρέουσας πνευµατυκῆς νέκρας. Ὁ θάνατος ὅπως καὶ ἡ φτώχεια εἶναι οἱ κορυφαῖες καταστάσεις µέσα ἀπὸ τἲς οποίες -ὅπως δίδαξαν ὅλοι ο Πατέρες, ἀσκητές, θεολόγοι, οἱ ποιητές τύπου Ρίλκε-ὁ ἄνθρωπος ἀπεκδύεται τῆς ψεύτικης ζωῆς καὶ τῶν ψευδῶν προσώπων, ἢ ὅπως καταπληκτικά λέει ὁ Ἀντάμωφ: «Ἡ ἔνδεια ὅπως ὃ θάνατος ἀφαιρεῖ ἀπὸ µέσα µας ὅτι δὲν εἶναι φωτιὰ τῆς ἀγάπης». Στερηµένοι οι ἄνθρωποι ἀπὸ αὐτὴ τὴ φωτιὰ ποὺ στὸν ευρωπαϊκό χώρο μάταια αναζήτησε ένας Ρεμπώ η ένας Αρτώ, ζητούν να κατακτήσουν τον άλλον και τον κόσμο, ζητούν να ιδιοποιηθούν τον άλλο και τον κόσμο, να τους κατέχουν. 》 " Επίμετρο, Σωτήρης Γουνελάς . "

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΘΝΟΟΙΚΟΤΟΠΙΚΑ, Βασίλης Νιτσιάκος

 [...] Κατά κανόνα, οι βοσκότοποι περιελάμβαναν εκτάσεις, μεγάλες ή μικρές, οι οποίες κι αυτές είχαν τα δικά τους στοιχεία για τη διατροφή τ...